ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Η
αντιμετώπιση ενός υπαρκτού διαχρονικού προβλήματος, αυτού της βαθμολογικής
εξέλιξης των Ανθυπαστυνόμων της Ελληνικής Αστυνομίας, με την άρση της αδικίας
που συντελείται εις βάρος τους, είναι επιτακτικά αναγκαία καθώς, αν και έχουν
τις ίδιες προϋποθέσεις με τους αντίστοιχους ομοιόβαθμούς τους των άλλων
ένστολων Σωμάτων δεν αντιμετωπίζονται κατ’ αντιστοιχία από το νομοθέτη.
Με σκοπό την
άρση της συντελούμενης αδικίας επιχειρήθηκε επίλυση του προβλήματος με την
ψήφιση των διατάξεων του άρθρου 7 § 7 και άρθρο 15 § 1 του Ν.3686/2008, σύμφωνα
με τις οποίες «οι Ανθυπαστυνόμοι της § 2 του άρθρου 10, που δεν προάγονται κατ’
εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, προάγονται με τη συμπλήρωσή
είκοσι έξι (26) ετών πραγματικής Υπηρεσίας από την κατάταξη τους στο βαθμό του
Υπαστυνόμου Β’….».
Με την
εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων προέκυψε άνιση – άδικη αντιμετώπιση μεταξύ
ομοιόβαθμων Ανθυπαστυνόμων καθώς νεότεροι κατά το χρόνο κτήσης του βαθμού του
Ανθυπαστυνόμου, προήχθησαν στο βαθμό του Υπαστυνόμου Β’, ενώ αρχαιότεροι αυτών
δεν προήχθησαν, καθώς δεν πληρούσαν τη μόνη τυπική προϋπόθεση των είκοσι έξι
ετών πραγματικής Υπηρεσίας.
Παρά το
αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι στον αυτό βαθμό, ήτοι του Ανθυπαστυνόμου Γενικών
Καθηκόντων, τελούσαν όλοι υπό τις αυτές συνθήκες εν τούτοις ιδρύθηκε σε βάρος
τους δυσμενής διάκριση και ανισότητα. Η ανατροπή αυτή του υπηρεσιακού status
και η δυσμενής διάκριση προκαλεί αναταράξεις στην επιβαλλόμενη ευρυθμία για τη
Δημόσια Διοίκηση και ειδικότερα στην ΕΛ.ΑΣ., καθόσον υπό τις διαταγές των
νεότερων τελούν ήδη οι αρχαιότεροι.
Η
εξυπηρέτηση όμως του Δημοσίου Συμφέροντος και η τήρηση της Συνταγματικής
νομιμότητας επέβαλε και επιβάλλει την προαγωγή στο βαθμό του Υπαστυνόμου Β’
όλων των αρχαιότερων Ανθυπαστυνόμων και σε κάθε περίπτωση τη μη παράλειψή τους.
‘Ένεκα της άδικης αυτής μεταχείρισης οι παραληφθέντες προς προαγωγή
Ανθυπαστυνόμοι προσέφυγαν ενώπιον των αρμοδίων Διοικητικών Δικαστηρίων.
Δυστυχώς οι
υποθέσεις εκδικάστηκαν σε διαφορετικούς δικαστικούς σχηματισμούς της ακυρωτικής
αρμοδιότητας και άλλες μεν έγιναν δεκτές και άλλες όχι. Σ’ αυτές που έγιναν
δεκτές η Διοίκηση συμμορφώθηκε αμέσως. Με τούτα τα δεδομένα στο Σώμα της ΕΛ.ΑΣ.
υπάρχουν πλέον δύο κατηγορίες Ανθυπαστυνόμων και Υπαστυνόμων Β’, ήτοι, εκείνων
που δικαιώθηκαν από το Διοικητικό Εφετείο και έχουν προαχθεί και εκείνων που
δεν δικαιώθηκαν και δεν έχουν προαχθεί, αν και τελούσαν υπό τις αυτές ακριβώς
συνθήκες και καταστάσεις με τους συναδέλφους τους που δικαιώθηκαν.
Δηλαδή,
αναφερόμαστε σε μια ΠΡΩΤΟΦΑΝΗ κατάσταση, που δεν συμβιβάζεται με
την Αρχή Ενότητας της Διοίκησης, την Αρχή Ενότητας της
Νομολογίας και τελικώς με την Αρχή Ασφάλειας Δικαίου.
Η κατάσταση αυτή είναι προδήλως βέβαιον ότι δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή από την έννομη τάξη. Ως εκ τούτου η Διοίκηση έχει ηθική και νομική υποχρέωση να εξισώσει τους μη δικαιωθέντες συναδέλφους μας με τους δικαιωθέντες και μάλιστα με αναδρομική ισχύ. Για τη συμμόρφωση της Διοίκησης στους δικαιωθέντες μπορεί να διατυπωθεί ο ισχυρισμός ότι το δεδικασμένο ισχύει μεταξύ των διαδίκων.
Η κατάσταση αυτή είναι προδήλως βέβαιον ότι δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή από την έννομη τάξη. Ως εκ τούτου η Διοίκηση έχει ηθική και νομική υποχρέωση να εξισώσει τους μη δικαιωθέντες συναδέλφους μας με τους δικαιωθέντες και μάλιστα με αναδρομική ισχύ. Για τη συμμόρφωση της Διοίκησης στους δικαιωθέντες μπορεί να διατυπωθεί ο ισχυρισμός ότι το δεδικασμένο ισχύει μεταξύ των διαδίκων.
Ωστόσο όμως,
το δεδικασμένο, εξ αιτίας του οποίου η Διοίκηση συμμορφώθηκε δεν
αφορά απλώς διοικητική πράξη, αλλά ζήτημα ουσιαστικής αντισυνταγματικότητας.
Δηλαδή στην
προκειμένη περίπτωση υφίσταται έλλειψη νομολογιακής και διοικητικής
αρμονίας και ως εκ τούτου η Διοίκηση οφείλει να αποκαταστήσει την ισότητα
στα πρόσωπα των μη δικαιωθέντων συναδέλφων μας , οι οποίοι «έτυχε» να δικαστούν
από άλλο δικαστικό σχηματισμό του αυτού όμως Δικαστηρίου.
Ειδικότερα,
με την υπ’ αριθ. 965/2011 απόφαση του Δ’ ακυρωτικού Σχηματισμού του Διοικητικού
Εφετείου Αθηνών, έχει κριθεί ότι η παρ. 2 του άρθρου 10 του Ν. 3686/2008 που
εξαρτά την προαγωγή των Ανθυπαστυνόμων που προέρχονται από την προαγωγή
Αρχιφυλάκων , από το συνολικό χρόνο υπηρεσίας των και όχι από το χρόνο κατοχής
στο βαθμό του Ανθυπαστυνόμου, όπως προβλέπουν συνήθως οι διατάξεις περί
προαγωγής υπαλλήλων (βλ. ενδεικτικώς και επί Αστυνομικών άρθρο 15 ΠΔ 24/1997)
είναι προδήλως αντισυνταγματική.
Και είναι
προδήλως αντισυνταγματική η επίμαχη διάταξη , γιατί με τον τρόπο αυτό
επιτρέπεται η προαγωγή των νεότερων κατά παράλειψη των αρχαιότερων στο βαθμό ,
με βάση το «τυπικό κριτήριο» , ακόμα και του ελάχιστου χρόνου υπηρεσίας .
Κρίθηκε δε από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών ότι η Διάταξη της παρ. 2 του άρθρου
10 του Ν. 3686/2008 παραβιάζει την Αρχή της Ισότητας και την Αρχή της
Αξιοκρατίας, δηλαδή, η διάταξη αυτή παραβιάζει τη συνταγματική τάξη.
Συνεπώς , η
υπηρεσία βρίσκεται ενώπιον ακυρωτικής απόφασης η οποία αποφαίνεται για την
αντισυνταγματικότητα της συγκεκριμένης διάταξης με κυρίως αναφορά στη μη
αναθεωρητέα διάταξη (αφορά τον πυρήνα του Συνταγματικού Δικαίου) της παρ. 1 του
άρθρου 4 του Συντάγματος σε συνδ. Με την παρ. 7 του άρθρου 103 του Συντάγματος
(βλ. λεπτομερώς την παράγραφο 14 σελ. 12 έως και 15 της προαναφερόμενης
ακυρωτικής απόφασης).
Προς άρση
της προαναφερόμενης δυσμενούς διάκρισης και ανισότητας επήλθε νομοθετική
ρύθμιση και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 ου άρθρου 7 του Ν. 3686/2008,
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 § 3 του Ν.4085/2012, ήτοι «στο βαθμό του
Υπαστυνόμου Β’ προάγονται επίσης με την ίδια ως άνω διαδικασία και οι
προαναφερόμενοι Ανθυπαστυνόμοι οι οποίοι συμπληρώνουν είκοσι δύο (22) έτη πραγματικής
Υπηρεσίας από την κατάταξή τους, εκ των οποίων έντεκα (11) στο βαθμό του
Ανθυπαστυνόμου, εφόσον είναι αρχαιότεροι των ομοιόβαθμών τους, που προάγονται
λόγω συμπλήρωσης είκοσι-έξι (26) ετών πραγματικής υπηρεσίας …».
Με την ως
άνω τροποποίηση – ρύθμιση δυστυχώς δεν επήλθε συνολική επίλυση του προβλήματος,
καθώς δικαιώθηκε ελάχιστος αριθμός εκ των αδικηθέντων Ανθ/μων.
Επειδή η
νομικοπολιτική υπεροχή της επιβαλλόμενης συνταγματικής ισότητας, σύμφωνα με τις
§ 1 του άρθρου 4 του Συντάγματος, επιβάλλει στα Όργανα της Διοίκησης, το ηθικό
χρέος και τη δέσμια αρμοδιότητα για την ενότητα της έννομης τάξης και την
αρμονία λειτουργίας της ΕΛ.ΑΣ. να αναλάβει τις επιβαλλόμενες πρωτοβουλίες, ώστε
να δικαιωθούν οι Ανθυπαστυνόμοι οι οποίοι αδικήθηκαν από τις απορριπτικές
αποφάσεις.
Στο σημείο
αυτό κρίνουμε σκόπιμο να αναφερθούμε – υπενθυμίσουμε ότι όλα τα ένστολα σώματα
των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας με εξαίρεση μόνο την ΕΛ.ΑΣ έχουν
επιλύσει – καταρτίσει βαθμολόγιο για τους Υπαξιωματικούς που προβλέπει
βαθμολογική εξέλιξη με καταληκτικό βαθμό (Αντισυνταγματάρχη, Αντιπλοιάρχου ,
Αντιπυράρχου κ.λ.π), ήτοι του Αστυνομικού Υποδιευθυντή.
Για τους
προαναφερόμενους λόγους και προκειμένου να αρθεί η κατάφορη αδικία που
συντελείται σε βάρος των Ανθυπαστυνόμων της Ελληνικής Αστυνομίας , να αποκοπεί
το συνεχές κύμα δικαστικών προσφυγών , καθώς και των περιπτώσεων που ήδη
εκκρεμούν, προτείνουμε τη θέσπιση βαθμολογίου αντίστοιχου των άλλων ένστολων
σωμάτων με καταληκτικό βαθμό μέχρι τούδε του Αστυνόμου Β’, σε συνδυασμό με την
αναγκαία αναμόρφωση της εσωτερικής λειτουργίας της Ελ. Αστυνομίας και την
συμπόρευσή της με τους κανονισμούς εξέλιξης που εφαρμόζονται και στα υπόλοιπα
ένοπλα σώματα.
Με τις
προτεινόμενες ως παρακάτω ρυθμίσεις επιλύεται οριστικά το δημιουργηθέν πρόβλημα
άνισης-άδικης μεταχείρισης και αποκαθίσταται το αίσθημα δικαίου στους
αδικηθέντες Ανθυπαστυνόμους, ενώ η βελτίωση της υπηρεσιακής κατάστασης , των
εργαζομένων της ΕΛ.ΑΣ, με τη χορήγηση κινήτρων ή την άρση υφιστάμενων αδικιών,
συμβάλλει αποτελεσματικά στην υπηρεσιακή τους απόδοση , προς όφελος του
κοινωνικού συνόλου.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
Οι
Ανθυπαστυνόμοι της ΕΛ.ΑΣ Γενικών και Ειδικών Καθηκόντων που πληρούν τα τυπικά
και ουσιαστικά προς προαγωγή προσόντα , με τη συμπλήρωση εννέα (9) ετών στον
κατεχόμενο βαθμό τους προάγονται στο βαθμό του Υπαστυνόμου Β’.
Οι ως άνω
Υπαστυνόμοι Β΄ προάγονται μετά την παρέλευση 3 και 4 ετών αντίστοιχα στο βαθμό
του Υπαστυνόμου Α’ και Αστυνόμου Β΄.
Στους προαναφερόμενους Αστυνόμους Β’ να απονέμεται
ο βαθμός του Αστυνόμου Α’ με την αποστρατεία τους, χωρίς να αξιώνονται
μισθολογικές ή άλλες βαθμολογικού χαρακτήρα προαγωγές.
Μη
προαχθέντες Ανθυπαστυνόμοι , προερχόμενοι από προαγωγικές εξετάσεις έως το 2008
, λόγω προαγωγής νεότερων τους στο βαθμό σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.
3686/2008, ως ισχύει, προάγονται αναδρομικά, από την ημερομηνία δημοσίευσης της
προτεινόμενης ρύθμισης, προς θεραπεία των αδικιών που έχουν δημιουργηθεί.
Οι
αξιωματικοί της παραπάνω κατηγορίας θα πρέπει να κατέχουν οργανική θέση όμοια
του βαθμού τους, εξομοιούμενοι με αυτούς του ν. δ. 649/1970, ως ισχύει και να
τους απονέμεται κάθε τι διακριτικό παράσημο-μετάλλιο κ.λ.π. που φέρουν οι Αξιωματικοί της Παραγωγικής Σχολής, η δαπάνη
των οποίων θα επιβαρύνει τους ίδιους.
Όσον αφορά
στις οργανικές θέσεις των ανωτέρω Αξιωματικών, θα μεταφερθούν από τις ήδη
κατεχόμενες οργανικές θέσεις Αρχ/κων-Ανθ/μων σε αυτές του Αξιωματικού του
βαθμού τους. Επιπλέον, θα καταρτισθεί και θα υφίσταται μια επετηρίδα για τους (3) τρεις βαθμούς του κατώτερου Αξιωματικού,
στην οποία θα προηγούνται κατ’ έτος προαγωγής και σειράς οι προερχόμενοι από
την Σ.Α.Ε.Α, εν συνεχεία οι Αξιωματικοί του
ν.δ 649/1970 (ΤΕΜΑ) και ακολουθούν οι αξιωματικοί του Ν. 3686/2008.