Υπάρχει πάντα εκείνο το έγκλημα που αναζητεί το δολοφόνο του. Γι' αυτό μας μιλάει ο διοικητής του τμήματος Ανθρωποκτονιών Φώτης Ντουΐτσης, ο ιατροδικαστής Γρηγόρης Λέων, ο δημοσιογράφος Πάνος Σόμπολος και ο ιδιωτικός ερευνητής Γιώργος Τσούκαλης
Εννέα στα δέκα εγκλήματα στην Ελλάδα εξιχνιάζονται σε βάθος χρόνου. Υπάρχει, όμως, πάντα εκείντο το ένα στα δέκα που αναζητεί το δολοφόνο του. Γι’ αυτά τα εγκλήματα μας μιλούν ο διοικητής του τμήματος Ανθρωποκτονιών Φώτης Ντουίτσης, ο ιατροδικαστής Γρηγόρης Λέων, ο δημοσιογράφος Πάνος Σόμπολος και ο ιδιωτικός ερευνητής Γιώργος Τσούκαλης.
Ήτανε λίγο μετά τη μία τα μεσάνυχτα, έπινα ουίσκι και διάβαζα για την ιστορία της Γαβριέλας Ουσάκοβα, της θρυλικής ιερόδουλης των Αθηνών. Η Ουσάκοβα, η οποία γεννήθηκε το 1916 στη Ρωσία και ήρθε με την οικογένειά της στην Ελλάδα το 1929, έγραφε στον υπότιτλο της αυτοβιογραφίας της: «Έγινα πόρνη επειδή έτσι γεννήθηκα». Βρέθηκε στραγγαλισμένη το 1991 στο σπίτι της, στην οδό Μάρκου Ευγενικού, στον Λυκαβηττό, σε ηλικία 75 ετών, ενώ εξακολουθούσε να είναι ιερόδουλη. Ο δολοφόνος της δεν βρέθηκε ποτέ. Αναρωτιόμουν αν ο δολοφόνος της ζει ακόμη ή αν πέθανε, αν εξομολογήθηκε σε κάποιον το μυστικό του, ποιες να ήταν οι τελευταίες σκέψεις της Ουσάκοβα λίγο πριν πεθάνει.
Ο αστυνομικός υποδιευθυντής Ντουίτσης λέει ότι η Ελλάδα είναι μια ασφαλής χώρα και η εγκληματικότητα αντιμετωπίζεται ικανοποιητικά συγκριτικά με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ σχεδόν εννέα στα δέκα εγκλήματα κατά της ανθρώπινης ζωής εξιχνιάζονται σε βάθος χρόνου. Το εννέα στα δέκα είναι ένα μεγάλο ποσοστό, υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Από την άλλη, υπάρχει τουλάχιστον ένα στα δέκα που δεν έχει εξιχνιαστεί. Το 2015 έγιναν περίπου 45 ανθρωποκτονίες στην Αττική και σχεδόν άλλες τόσες το 2014. Σηκώθηκα να βάλω ένα ακόμα ουίσκι και άκουσα έναν παράξενο θόρυβο απ’ έξω. Στάθηκα πίσω από την κλειστή μπαλκονόπορτα και κοίταξα τριγύρω στο σκοτάδι.
Έγκλημα και τιμωρία
«Τα τελευταία δύο χρόνια κάνουμε μια προσπάθεια να ξαναδούμε παλιές ανεξιχνίαστες υποθέσεις. Πάντα γινόταν αυτό, αλλά τώρα το κάνουμε πιο εντατικά και οργανωμένα με τη συνδρομή των εγκληματολογικών εργαστηρίων αλλά και άλλων υπηρεσιών της Αστυνομίας στον τομέα της πληροφορίας», λέει ο Φώτης Ντουίτσης, διοικητής του τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής και Προσωπικής Ελευθερίας, γνωστού ως τμήματος Ανθρωποκτονιών, το οποίο ερευνά και άλλα εγκλήματα, όπως απαγωγές κ.λπ. «Ένα έγκλημα κακουργηματικού χαρακτήρα, όπως η ανθρωποκτονία, παραγράφεται κατά κανόνα στα 20 χρόνια και ο δράστης μετά από αυτό το διάστημα δεν διώκεται αλλά αυτό είναι θέμα της Δικαιοσύνης. Για εμάς δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από το να πάρουμε τηλέφωνο την οικογένεια ενός θύματος και να της πούμε ότι βρήκαμε το δράστη, έστω και την τελευταία στιγμή. Είναι μια δικαίωση πρώτα για την οικογένεια και μετά για εμάς. Καμιά υπόθεση δεν μπαίνει οριστικά στο αρχείο ποτέ. Από την άλλη, όμως, είναι λογικό αν η δύναμή μας μάς επιτρέπει να εξετάσουμε σε μία δεδομένη χρονική στιγμή μία μόνο υπόθεση, να επιλέξουμε κάποια που είναι κοντά στην παραγραφή της από κάποια που έχει ήδη παραγραφεί. Αυτή την περίοδο “ξεσκονίζουμε” υποθέσεις του 1997, του 1998, του 1999».
Το χειμώνα του 1997, στις 27 Ιανουαρίου, άγνωστοι έσπασαν το παράθυρο ενός σπιτιού στις Αχαρνές, πυροβόλησαν και σκότωσαν με πιστόλι δύο άνδρες και τραυμάτισαν μία γυναίκα, ρωσοποντιακής καταγωγής. Ήταν ένα ανδρόγυνο και ο άνδρας της κόρης τους. «Έγιναν πολλές έρευνες αλλά δεν έβγαζαν πουθενά. Δεν είχαμε καταλήξει οριστικά ούτε στο κίνητρο. Ήταν μια υπόθεση που ψάχναμε συνεχώς χωρίς να βρίσκουμε άκρη, είχαμε απελπιστεί. Υπήρχαν στο χώρο αποτυπώματα “ορφανά”, δηλαδή που δεν μας παρέπεμπαν σε κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά και αποτυπώματα που τότε δεν ήταν αξιοποιήσιμα. Τελικά, μας ήρθε μια πληροφορία για κάποιον Ρωσοπόντιο που είχε μια διαφορά με την οικογένεια. Ήταν ένας 50χρονος άνδρας, τοξικοεξαρτημένος σε προχωρημένο βαθμό, τα αποτυπώματα του οποίου βρέθηκαν στο σπίτι και ήταν αδικαιολόγητα. Θα ήταν δικαιολογημένα αν ανήκαν σε κάποιο συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο που επισκεπτόταν συχνά το σπίτι, αλλά αυτός δεν ήταν μια τέτοια περίπτωση» λέει ο Φ. Ντουίτσης. Ο δράστης του εγκλήματος στις Αχαρνές για λίγους μήνες θα είχε γλιτώσει. Η αστυνομία εκτιμά ότι συμμετείχαν άλλα δύο άτομα, που παραμένουν ασύλληπτα, αλλά καθώς βρέθηκε η άκρη του νήματος αισιοδοξεί ότι θα φθάσει και σε αυτούς.
Ένα ανώνυμο τηλεφώνημα μπορεί να δώσει μια πληροφορία που θα βοηθήσει στην εξιχνίαση ενός εγκλήματος. «Άκρη στην υπόθεση που ερευνούμε μπορεί να βρεθεί και κατά την έρευνα μιας άλλης υπόθεσης. Μπορεί κάποιος να συλληφθεί για ένα έγκλημα και να ομολογήσει τη συμμετοχή του και σε κάποιο άλλο ή να αντλήσουμε πληροφορίες για κάποια άλλη υπόθεση. Κάθε υπόθεση μας δίνει διάφορα στοιχεία και πληροφορίες, τις οποίες πρέπει να διασταυρώσουμε και να διερευνήσουμε, έχοντας πάντα το νου μας μήπως μας οδηγήσουν και κάπου αλλού. Αυτά τα νέα στοιχεία που προκύπτουν κάθε φορά αξιολογούν οι αξιωματικοί της ομάδας και επανεξετάζουν τις ανεξιχνίαστες υποθέσεις ξανά και ξανά».
Η αρχή είναι πάντα το κίνητρο
Η πρώτη δουλειά της αστυνομίας όταν βρίσκεται μπροστά σε κάποιο έγκλημα είναι να καταλήξει στο κίνητρο. «Φαντάσου ένα έγκλημα σαν ανοιχτή βεντάλια. Αν καταλήξεις στο κίνητρο, τότε η βεντάλια αρχίζει και κλείνει και σου δείχνει μία κατεύθυνση. Αν, για παράδειγμα, ένα έγκλημα έχει κίνητρο τη ληστεία, θα ψάξουμε σε συγκεκριμένους χώρους. Ποιες ομάδες κάνουν ληστείες στην περιοχή; Ποια άτομα κινούνται ή κινήθηκαν ύποπτα κ.λπ. Θα αρχίσουμε από εκεί με υπομονή και όπου φτάσουμε χωρίς να αφήσουμε τίποτα άψαχτο. Κίνητρο μπορεί να είναι ακόμη οι προσωπικές διαφορές, διαφορές μεταξύ ανθρώπων της νύχτας και κακοποιών, οικογενειακές διαφορές, τα σεξουαλικά κίνητρα και οτιδήποτε άλλο μπορεί να οδηγήσει στο έγκλημα» λέει ο Ντουίτσης.
«Αντέχεις να δεις ένα πτώμα;» με ρωτάει. «Αντέχω». Στην οθόνη του υπολογιστή του μια φωτογραφία δείχνει έναν άνδρα πεσμένο μπρούμυτα μέσα στα αίματα δεμένο χειροπόδαρα με καλώδιο. Πρόκειται για την υπόθεση ενός ιδιοκτήτη καταστήματος ψιλικών στον Άγιο Παντελεήμονα, μπαγκλαντεσιανής καταγωγής, που βρέθηκε δολοφονημένος στο πατάρι του μαγαζιού του στις αρχές Αυγούστου. Ήταν σχεδόν φανερό ότι το κίνητρο ήταν η ληστεία. Τελικά οι δράστες συνελήφθησαν λίγες ημέρες αργότερα. Ήταν τρεις ομοεθνείς του θύματος, τοξικοεξαρτημένοι, οι οποίοι είχαν πάρει από το κατάστημα κυρίως τσιγάρα, ενώ πριν δολοφονήσουν το θύμα τους το βασάνισαν χαρακώνοντάς τον για να τους πει πού έχει κρυμμένα χρήματα. Ο μόνος αρμόδιος για να αποφανθεί επίσημα αν ένας θάνατος ήταν αποτέλεσμα εγκληματικής ενέργειας είναι ο ιατροδικαστής. Στην περίπτωση του Αγίου Παντελεήμονα θα πιστοποιούσε το προφανές. Άλλες υποθέσεις, όμως, δεν είναι τόσο «καθαρές».
Ένα πτώμα μπορεί να «μιλήσει»
Σε κάθε εγκληματική ενέργεια η πρώτη δουλειά του ιατροδικαστή είναι η αυτοψία του χώρου, «ο οποίος πολλές φορές μπορεί να μας αποκαλύψει την αιτία θανάτου ή άλλες χρήσιμες πληροφορίες» λέει ο πρόεδρος της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας, Γρηγόρης Λέων. «Η ιατροδικαστική διερεύνηση ενός εγκλήματος», σημειώνει, «έχει τα ακόλουθα στάδια: αυτοψία, νεκροψία - νεκροτομή, εργαστηριακές εξετάσεις. Η μελέτη ξεκινάει με την επιτόπια παρουσία του ιατροδικαστή στον τόπο του εγκλήματος (αυτοψία), όπου διερευνάται το ανθρώπινο σώμα σε σχέση με το χώρο. Από τη μελέτη αυτή μπορούν να εξαχθούν πολλά συμπεράσματα. Ένα σημαντικό στοιχείο είναι οι πτωματικές υποστάσεις: όταν κάποιος πεθαίνει, το αίμα συγκεντρώνεται χαμηλά και εκεί το δέρμα φαίνεται μελανό. Αν, για παράδειγμα, μια σωρός βρίσκεται ανάσκελα, το αίμα θα συγκεντρωθεί στην πλάτη, στο πίσω μέρος των ποδιών κ.λπ. Αν υπάρχουν πτωματικές υποστάσεις και σε σημεία που δεν θα έπρεπε, μπορεί να είναι σημάδι ότι το έγκλημα έγινε αλλού και το πτώμα μεταφέρθηκε εκεί». «Ακολουθούν», συνεχίζει, «η διαδικασία της νεκροψίας και της νεκροτομής. Στη νεκροψία επισκοπείται το σώμα πριν ακόμα διανοιχτεί, καθώς εκεί μπορούν να διαπιστωθούν κακώσεις που να μας δώσουν πολύτιμες πληροφορίες, όπως κακώσεις συμβατές με προηγηθείσα πάλη ή τραύματα άμυνας. Στη νεκροτομή ο ιατροδικαστής μελετά όλα τα ανθρώπινα όργανα και ακολουθούν εργαστηριακές εξετάσεις, π.χ. τοξικολογικές σε ούρα και αίμα, για πιθανή ανεύρεση φαρμάκων, ουσιών ή δηλητηρίων. Με τη συμβολή των εργαστηριακών εξετάσεων μπορούμε να δώσουμε αξιόπιστες απαντήσεις σε ερωτήματα όπως εάν μία τομή στον καρπό από μαχαίρι ήταν προ του θανάτου ή προκλήθηκε μετά από αυτόν (πιθανά για να παραπλανήσει για αυτοκτονία), εάν μία σορός βρέθηκε στη θάλασσα λόγω πνιγμού ή εάν πετάχτηκε στη θάλασσα μετά από έγκλημα και ποιο ήταν το πιστόλι κατά τον πυροβολισμό ενός θύματος, ποια η θέση του δράστη, ποια ήταν η απόσταση βολής κ.ά.».
«Όλα αυτά μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά και στην ανακριτική διαδικασία» λέει ο Γρ. Λέων, ο οποίος είναι τακτικός καθηγητής Ιατροδικαστικής της Αστυνομικής Ακαδημίας. Αν το θύμα πυροβολήθηκε, θα εξεταστεί η απόσταση ή η φορά της σφαίρας, αν αυτή μπήκε στο σώμα από πάνω προς τα κάτω κ.λπ. «Αυτό», συμπληρώνει, «βοηθά στην ανακριτική διαδικασία ως εξής: Μπορεί ο φερόμενος ως δράστης να υποστηρίξει ότι το θύμα βρισκόταν σε ευθεία μπροστά και τον απειλούσε, αλλά να αποδειχθεί ότι όχι μόνο δεν ισχύει αυτό αλλά και ότι το θύμα ήταν γονατιστό και ίσως και να παρακαλούσε για τη ζωή του».
Ο δολοφόνος δίπλα σου
«Ορφανή» από ξεκάθαρο κίνητρο είναι η δολοφονία της Ελευθερίας Αγραφιώτου, η οποία βρέθηκε νεκρή στις 25 Μαΐου στο τρίτο υπόγειο πάρκινγκ ενός σούπερ μάρκετ στο Μαρούσι. Ασύλληπτος παραμένει και ο δράστης. Η 69χρονη Αγραφιώτου είχε εξαφανιστεί από τις 21 Απριλίου και οι δικοί της είχαν απευθυνθεί και στον ιδιωτικό ερευνητή, Γιώργο Τσούκαλη.
Τον συνάντησα στο γραφείο του, στην Πανεπιστημίου. Ενώ περίμενα, κοιτούσα τα αστυνομικά βιβλία μιας βιβλιοθήκης η οποία έκανε περιστροφή 360 μοιρών, όπως στο σινεμά, και εμφανίστηκε ο ντετέκτιβ. «Όταν αναζητάμε έναν άνθρωπο, το πρώτο πράγμα που κάνουμε είναι να χτίσουμε το προφίλ του. Αν είχε κάποια θέματα που τον απασχολούσαν. Ίσως είχε υπερβολικές τάσεις προς τη θρησκεία, μπορεί να ήταν χρήστης, να έπασχε από κατάθλιψη. Ερευνούμε το κοινωνικό, οικογενειακό και επαγγελματικό περιβάλλον, ώστε τετράγωνο με τετράγωνο να συμπληρώσουμε το παζλ. Η Αγραφιώτου ήταν ένας αξιοπρεπής, μορφωμένος άνθρωπος, μια ισορροπημένη και αγαπητή γυναίκα που δεν είχε εχθρούς. Στην υπόθεσή της δεν υπάρχει προφανές κίνητρο και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό. Για παράδειγμα, ποιος μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο ο δράστης να ήταν ένας νέος δράκος;» εξηγεί ο Γιώργος Τσούκαλης.
Τον συνάντησα στο γραφείο του, στην Πανεπιστημίου. Ενώ περίμενα, κοιτούσα τα αστυνομικά βιβλία μιας βιβλιοθήκης η οποία έκανε περιστροφή 360 μοιρών, όπως στο σινεμά, και εμφανίστηκε ο ντετέκτιβ. «Όταν αναζητάμε έναν άνθρωπο, το πρώτο πράγμα που κάνουμε είναι να χτίσουμε το προφίλ του. Αν είχε κάποια θέματα που τον απασχολούσαν. Ίσως είχε υπερβολικές τάσεις προς τη θρησκεία, μπορεί να ήταν χρήστης, να έπασχε από κατάθλιψη. Ερευνούμε το κοινωνικό, οικογενειακό και επαγγελματικό περιβάλλον, ώστε τετράγωνο με τετράγωνο να συμπληρώσουμε το παζλ. Η Αγραφιώτου ήταν ένας αξιοπρεπής, μορφωμένος άνθρωπος, μια ισορροπημένη και αγαπητή γυναίκα που δεν είχε εχθρούς. Στην υπόθεσή της δεν υπάρχει προφανές κίνητρο και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό. Για παράδειγμα, ποιος μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο ο δράστης να ήταν ένας νέος δράκος;» εξηγεί ο Γιώργος Τσούκαλης.
Το τέλειο έγκλημα
«Αν όλοι οι εμπλεκόμενοι παράγοντες, οι προανακριτικές και ανακριτικές διαδικασίες και ο ιατροδικαστής κάνουν σωστά τη δουλειά τους δεν υπάρχει τέλειο έγκλημα, τα πάντα μπορούν να εξιχνιαστούν» υποστηρίζει ο ιατροδικαστής Γρηγόρης Λέων. «Δεν υπάρχει τέλειο έγκλημα, δεν μπαίνουμε καν στη σκέψη αυτή, τα ψάχνουμε όλα με τη βεβαιότητα ότι θα φτάσουμε στο τέλος» σημειώνει ο Φώτης Ντουίτσης. Λέει ότι ο δράστης σχεδόν πάντα αφήνει κάτι στον τόπο του εγκλήματος, όπως μια τρίχα ή τα αποτυπώματά του ή θα πάρει κάτι από εκεί, ένα αντικείμενο ή αίμα με τα παπούτσια του κ.λπ. «Πάντα υπάρχουν στοιχεία, ίσως κάποιες φορές εμείς δεν έχουμε φτάσει σε τέτοιο επίπεδο ώστε να τα εκμεταλλευτούμε κατάλληλα. Παλιότερα δεν υπήρχε το DNA. Αύριο θα βγει κάτι καινούργιο που θα συνδράμει ακόμη περισσότερο» προσθέτει, και μου διηγείται μία ακόμα ιστορία πρόσφατης εξιχνίασης ενός εγκλήματος.
Ήταν 12 Μαΐου του 2010 όταν ένας 83χρονος βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του στον Άλιμο. Τον είχαν χτυπήσει και τον είχαν στραγγαλίσει. «Το θύμα ήταν ομοφυλόφιλος και στο σπίτι του υπήρχε ένα χάος από αποτυπώματα και άλλα ίχνη, μπαινόβγαινε πολύς κόσμος. Δεν μπορούσαμε να βρούμε μια άκρη μέχρι που μας ήρθε μια πληροφορία ότι το θύμα τον τελευταίο καιρό κυκλοφορούσε με δύο άτομα πακιστανικής καταγωγής, ενώ μας έδωσαν και τα υποκοριστικά τους. Οι Πακιστανοί έχουν κάποια πολύ ιδιαίτερα και ασυνήθιστα υποκοριστικά ανάλογα με την ιδιαίτερη περιοχή καταγωγής τους, όχι σαν τα δικά μας Μάκης, Σάκης κ.λπ. Με τη συνδρομή άλλων υπηρεσιών βρήκαμε περίπου 10 άτομα με αυτά τα υποκοριστικά και με την αφαιρετική μέθοδο, π.χ. αν ήταν στην Ελλάδα το επίμαχο διάστημα, καταλήξαμε σε δύο άτομα. Αυτοί οι δύο όχι μόνο είχαν αφήσει ίχνη στο χώρο, αλλά ήταν αδικαιολόγητα και “δραστικά” και μάλιστα κάποια επάνω στο χρηματοκιβώτιο του θύματος».
Ο «Δράκος» του Σέιχ Σου
Τον Φεβρουάριο του 1959 άγνωστος ή άγνωστοι επιτίθενται με πέτρες και ληστεύουν ένα ζευγάρι στο δάσος του Σέιχ Σου. Ζουν από θαύμα, καθώς η παγωνιά περιόρισε την αιμορραγία. Λίγες εβδομάδες μετά, σε μια παρόμοια επίθεση, δολοφονείται ένα ζευγάρι στην ίδια περιοχή και η γυναίκα βιάζεται. Ο άνδρας ήταν αξιωματικός του στρατού και είχε όπλο μαζί του. Και λίγο αργότερα κάποιος μπαίνει στο Δημοτικό Νοσοκομείο, δίπλα στο Σέιχ Σου, και σκοτώνει με πέτρα τη ράφτρα του ιδρύματος, που ζούσε σε ένα χωριστό σπιτάκι. Η Θεσσαλονίκη τρομάζει και οι εικασίες παίρνουν και δίνουν. Τρία χρόνια αργότερα συλλαμβάνεται ο 24χρονος Αριστείδης Παγκρατίδης, με την κατηγορία ότι όντας μεθυσμένος μπήκε στο ορφανοτροφείο «Μέγας Αλέξανδρος» και αποπειράθηκε να ασελγήσει σε βάρος μιας κοπέλας. Καταδικάζεται σε 9 χρόνια και φέρεται να ομολογεί την ενοχή του και για τα προηγούμενα εγκλήματα. Ο Παγκρατίδης, ένας πολύ φτωχός τύπος, που είχε μπει κι εκείνος στο ορφανοτροφείο επειδή είχε κλέψει ένα ποδήλατο, καταδικάστηκε τετράκις σε θάνατο χωρίς να τον έχει αναγνωρίσει ούτε ένας μάρτυρας και τον Φεβρουάριο του 1968 οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα. Το παραπεμπτικό βούλευμα έλεγε πως ήταν «κίναιδος προς χρηματισμό, πότης, κλέπτης, ηδονοβλεψίας και καταχραστής χασίς». Δολοφόνος δεν ήταν, φώναζε ο ίδιος μέχρι την ώρα της εκτέλεσής του. Η ιστορία του «Δράκου του Σέιχ Σου» έγινε ταινία, θεατρικό έργο και βιβλίο. Πολλοί υποστήριξαν ότι ο Παγκρατίδης ήταν το εξιλαστήριο θύμα και ότι στην πραγματικότητα άλλοι ήταν οι δράστες. Ο δημοσιογράφος Κώστας Τσαρούχας, στο βιβλίο του «Υπόθεση Παγκρατίδη αθώος ή ένοχος;» το 1989, αναφέρει ότι γνωρίζει τους πραγματικούς δράστες, που ήταν ένας βιομήχανος κι ένας συνεργός του. Σχεδόν εξήντα χρόνια μετά, το ερώτημα αν υπήρξε δικαστική πλάνη παραμένει. Όπως και ο χαρακτηρισμός «Δράκος» δίπλα στο όνομα του Αριστείδη Παγκρατίδη.
Ο Πάνος Σόμπολος για την υπόθεση Ταχτσή
Ο συγγραφέας Κώστας Ταχτσής γύρισε την Ευρώπη με βέσπα, ταξίδεψε στην Αυστραλία, πάλεψε για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, έγραψε το σπουδαίο «Τρίτο Στεφάνι», έκανε πιάτσα ντυμένος γυναίκα και στραγγαλίστηκε μέσα στο σπίτι του, τον Αύγουστο του 1988, στην οδό Τυρνάβου 26, στον Κολωνό. Ο δράστης της δολοφονίας του παραμένει ασύλληπτος και ο Πάνος Σόμπολος, δημοσιογράφος και πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, ο οποίος είχε καλύψει δημοσιογραφικά την υπόθεση, θυμάται:
«Τον άτυχο συγγραφέα είχε βρει νεκρό η αγαπημένη του αδελφή Ελπίδα Αρτέμη, η οποία είχε ανησυχήσει επειδή δεν απαντούσε στα αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα που του είχε κάνει. Είχα πάει τότε σπίτι του για το ρεπορτάζ με το συνεργείο της ΕΡΤ. Θυμάμαι όταν μπήκα στα δωμάτια, μετά τον ιατροδικαστή Χαράλαμπο Σταμούλη, βρήκα ένα βομβαρδισμένο τοπίο!
»Ο 60χρονος συγγραφέας ήταν ολόγυμνος πάνω στο κρεβάτι του. Το air condition και όλα τα φώτα ήταν αναμμένα. Η μεγάλη ντουλάπα ανοιχτή και ρούχα γυναικεία και περούκες που φορούσε ήταν πεταμένα σε διάφορα σημεία. Μια ξύλινη κασέλα ήταν ανοιγμένη, η βιβλιοθήκη ανακατεμένη και φυσικά τα συρτάρια του γραφείου ήταν ανοιχτά και ψαγμένα. Τα πάντα άνω κάτω.
»Όλα αυτά φανερώνουν ότι είχαμε ληστεία μετά φόνου. Όμως υπάρχει ένα αίνιγμα! Ενώ τα πάντα ήταν αναστατωμένα και ψαγμένα, στην τσέπη του συγγραφέα βρέθηκαν από την υπηρεσία της Σήμανσης 5.500 δραχμές. Και διερωτάται κανείς: Γιατί ο δράστης δεν πήρε αυτά τα χρήματα; Έψαξε τα πάντα και δεν έψαξε τις τσέπες του παντελονιού του; Μήπως τα έκανε άνω κάτω για να φανεί ληστεία ενώ άλλος ήταν ο σκοπός του, τα έκανε δηλαδή για “ξεκάρφωμα” όπως λέμε;
»Η οικογένεια του Ταχτσή και συγκεκριμένα η αδελφή του Ελπίδα, την οποία είχα φιλοξενήσει στην εκπομπή “Αυτόπτης Μάρτυρας” που έκανα στο MEGA, υποστήριξε ότι τα κίνητρα της δολοφονίας μπορεί να μην ήταν η ληστεία. Είχε πει συγκεκριμένα ότι ο συγγραφέας ετοίμαζε εκείνη την περίοδο βιβλίο με το οποίο θα έκανε αποκαλύψεις για πρόσωπα της υψηλής κοινωνίας και δεν αποκλείεται κάποιο από αυτά τα πρόσωπα να τον “έβγαλε από τη μέση”.
»Σέβομαι την άποψη της οικογένειας και όποια άλλη. Έζησα από κοντά όλα τα γεγονότα και προσωπικά πιστεύω ότι έχουμε να κάνουμε με ληστεία μετά φόνου. Δράστης ήταν ένας από τους εφήμερους εραστές που έβρισκε ο Ταχτσής στις πλατείες Κουμουνδούρου, Βάθη, Ομονοίας και αλλού.
»Την υπόθεση δολοφονίας Ταχτσή την έχω περιλάβει και στο βιβλίο μου που με τίτλο “Τα εγκλήματα που συγκλόνισαν την Ελλάδα. Όπως τα έζησα.” (εκδ. Πατάκη) και αναφέρω την προσωπική μου άποψη. Επισημαίνω ότι έχω καλύψει δημοσιογραφικά πολλές δεκάδες ανθρωποκτονιών ομοφυλόφιλων, οι οποίοι βρήκαν τραγικό θάνατο από τους εφήμερους φίλους τους. Άλλοι από αυτούς επειδή τους έταζαν χρηματικά ποσά για να τους καταφέρουν και αφού ολοκλήρωναν το σκοπό τους δεν τους τα έδιναν ή τους έδιναν λιγότερα, άλλοι για λόγους εκδίκησης κι άλλοι επειδή έπεφταν θύματα ληστείας.
»Αυτού του είδους τα εγκλήματα δύσκολα εξιχνιάζονται επειδή τα θύματα κάθε πολύ και λίγο βρίσκουν εφήμερους εραστές. Πότε φαντάρους, πότε αλλοδαπούς και πότε όποιον συναντήσουν και τον πείσουν να κάνουν παρέα. Δεν έχουν σχέσεις με ένα συγκεκριμένο άτομο. Αυτός είναι και ο λόγος που δυσκολεύονται οι αστυνομικές αρχές στην εξιχνίασή τους».
πηγή: athensvoice.gr